Η παρακάτω ομιλία εκφωνήθηκε το Σάββατο 2 Απριλίου στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών Σερρών κατά τον Αρχιερατικό Εσπερινό, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Θεολόγου
Σεβασμιώτατε Πάτερ και Δέσποτα,
Σεβαστοί Πατέρες Ιερείς και Διάκονοι, λειτουργοί του Ιερού Θυσιαστηρίου,
Αγαπητοί μου Χριστιανοί, φιλόθεοι, φιλάγιοι και φιλακόλουθοι.
Με τη χάρη του Θεού διανύουμε το στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αύριο ξημερώνει η 4η Κυριακή των Νηστειών. Ημέρα που η Εκκλησία μας φέρνει στο νού μας την Οσιακή μορφή του Αγίου Ιωάννου του συγγραφέως της Κλίμακος. Στην πραγματικότητα η Ιερά Παράδοση των Πατέρων της Εκκλησίας μας αφιερώνει αυτή την Κυριακή στον μεγάλο Πατέρα στον αγωνιστή ασκητή και υπογραμμό της αρετής και της κατά Χριστόν ζωής. Μας καλεί όλους μας να μιμηθούμε τον αγώνα του. Αν όχι αυτό που κατάφερε και πέτυχε τελικά εκείνος, τουλάχιστον να μιμηθούμε την προσπάθειά του. Τον αγώνα του, την προσευχή του, την υπομονή του, με αναμονή της Θείας ανταπόδοσης και της περιπόθητης κληρονομιάς της βασιλείας των ουρανών.
Οι Ιεροί Πατέρες επίσης έχουν καθιερώσει την Κυριακή αυτή από τους άμβωνες της ανά τον κόσμο Ορθοδοξίας να διαβάζεται από το Ευαγγέλιο του αποστόλου και ευαγγελιστού Μάρκου το περιστατικό της θεραπείας από τον Χριστό του δαιμονισμένου παιδιού. Του παιδιού αυτού που ο δυστυχισμένος πατέρας του ανάλωσε την ζωή του για να το γιατρέψει. Ιερός ο σκοπός να αγωνιζόμαστε εμείς οι γονείς για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας. Διότι ο δημιουργός μεγάλος Πατέρας, μας ανέθεσε την κηδεμονία τους. Τα παιδιά μας δεν μας ανήκουν. Όπως εμείς έτσι και αυτά, είμαστε παιδιά του Θεού, δημιουργήματά του, πλάσματά του, για τα οποία πρώτος εκείνος νοιάζεται και αγωνιά, αφενός για την καλή τους και κατά Χριστόν πολιτεία στον μάταιο τούτο κόσμο, αφετέρου όμως την δι’ αυτής της πολιτείας Σωτηρία και απόλαυση των ουρανίων αγαθών.
Έτρεξε ο πατέρας και εξήντλησε όλες τις ανθρώπινες δυνατότητες για τη σωτηρία του ταλαιπωρημένου παιδιού του. Δεν κατάφερε τίποτα! Περίλυπος εγένετο, μέχρι την στιγμή που άκουσε την φήμη που ακολουθούσε τον Χριστό, ή μάλλον την φήμη που προπορεύονταν του Χριστού. Κάτι του έλεγε ότι ήρθε η ώρα να γιατρευτεί το παιδί του. Είχε έρθει η ώρα να αγκαλιάσει το σπλάχνο του, ήρεμο πλέον. Πίστεψε βαθειά στην δύναμη του Θεού, του Μεσσία, του Θεανθρώπου. Συναισθανόμενος όμως την αναξιότητά του δεν τολμούσε κατά πρόσωπον να αντικρύσει το φως του Θεανθρώπου. Καταλάβαινε ότι το Ουράνιο Φως που εκπέμπεται από το Θεό για τους μεν δικαίους είναι φωτιστικό, για τους δε αναξίους είναι φως καυστικό, πυρ αναλίσκον. Έτσι κατέφυγε στους μαθητές Του. Οι μαθητές, οι αυτήκοοι και αυτόπτες του Λόγου δεν κατάφεραν να θεραπεύσουν το παιδί του.
Δεν απελπίστηκε, πήρε την μεγάλη απόφαση να προσεγγίσει γονατιστός τον Μεσσία. Και έκανε την σκέψη του πραγματικότητα. «διδάσκαλε, ήνεγκα τον υιόν μου προς σε, έχοντα πνεύμα άλαλον. Και όπου αν αυτόν καταλάβη, φήσσει αυτόν, και αφρίζει και τρίζει τους οδόντας αυτού, και ξηραίνεται· Kαι είπον τοις μαθηταίς σου ίνα αυτό εκβάλωσι, και ουκ ίσχυσαν.» «αλλ’ ει τι δύνασαι, βοήθησόν ημίν σπλαγχνισθείς εφ' ημάς»
Ο Χριστός αναγνωρίζοντας την εμπιστοσύνη του ανθρώπου προς το Θείο πρόσωπό Του, του θέτει την τελευταία δοκιμασία « εί δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι».
«Πιστεύω, κύριε βοήθει μου τη απιστία»
Αυτό έφτανε στον Σωτήρα, το παιδί του, που εμπιστεύθηκε στον Θεό, έγινε καλά!
Πόσο και πόσα μεγάλα νοήματα κρύβει αυτή η φράση;
«Πιστεύω, κύριε βοήθει μου τη απιστία»
Λόγια δύστυχου πατέρα, λόγια χιλιοειπωμένα ίσως ανά τις 2 χιλιετίας της παρουσίας του Χριστού στη γη. Λόγια όμως σωτήρια.
Επιτρέψτε μου να μεταφέρω στην αγάπη σας λίγα λόγια, όχι δικά μου αλλά τις σκέψεις του Νικολάε Στάινχαρτ, ενός εβραιορουμάνου διανοούμενου, που έγινε στη φυλακή Ορθόδοξος Χριστιανός:
«...εμένα η φράση "Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τη απιστία", μου φαίνεται πως είναι η πιο τέλεια... δεν πιστεύω, κι όμως προσεύχομαι. Πιστεύω, και παρ' όλ' αυτά ξέρω ότι δεν πιστεύω αληθινά. Πιστεύω αφού αποκαλώ "Κύριο" τον Χριστό και ταυτόχρονα δεν πιστεύω, αφού τον παρακαλώ να σπεύσει βοηθός στην απιστία μου. (Και από ποιον ζητάω να με γιατρέψει από την απιστία; Από Αυτόν που πρόκειται να πιστέψω.) Η αιτιώδης σχέση καταργείται, η χρονική διαδοχή των πραγμάτων (υλικών και ψυχικών) εξαφανίζεται. Και πιστεύω και δεν πιστεύω ταυτόχρονα. Διχασμός. Αντίφαση. Δηλαδή αβεβαιότητα και αγωνία. Η συνείδηση δηλητηριάζοντας τα πάντα, δηλητηριάζει και την πίστη, την οποία από τη στιγμή που την κατανοούμε τη μετατρέπουμε σε απιστία, διότι κατανοώντας την της αφαιρούμε το άρρητο, της αφαιρούμε την αγνότητα.»
Σήμερα, εμείς ευρισκόμενοι πριν το κατώφλι της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδας, ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ στον Θεό, τον εμπιστευόμαστε τον αγαπούμε, τον λατρεύουμε. Ο διάβολος όμως κάνει το δικό του έργο. Έργο του είναι να διασπείρει την αμφιβολία, η οποία οδηγεί στην απιστία. Τα δαιμονικά όργανα, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου κάνουν το έργο τους, εξαιρετικά όμως αγωνίζονται την περίοδο αυτή. Δημιουργούν ενδεχόμενα αμφιβολίας. Την μια χρονιά σπέρνοντας ζιζάνια, μας προβάλλουν το «ψευτοευαγγέλιο του Ιούδα», την επόμενη έναν τάφο στα Ιεροσόλυμα κάποιου που λεγόταν Ιησούς, φέτος μας προβάλλουν την πρόσφατη ανακάλυψη 70 «βιβλίων» ηλικίας 2000 χρόνων σε μια σπηλιά στην Ιορδανία, μας βομβαρδίζουν δε, λέγοντας ότι: «Τα βιβλία ενδέχεται να είναι τα πιο πρώιμα Χριστιανικά έγγραφα …. Θα μπορούσαν πιθανώς να αλλάξουν την αντίληψη μας για το πώς σταυρώθηκε και αναστήθηκε ο Χριστός, και πως γεννήθηκε ο Χριστιανισμός».
Αυτά είναι τα ενσπειρώμενα ζιζάνια. Η φετινή ανακάλυψη θα καταρριφθεί ως λανθασμένη όπως και οι προηγούμενες. Η απομυθοποίηση όμως της δήθεν ανακάλυψης αυτής δεν θα πάρει την ίδια δημοσιότητα! Το ζιζάνιο της αμφιβολίας μπορεί και να φυτρώσει μέσα μας. Γι’ αυτό πιστεύουμε και εμπιστευόμαστε τον Θεό μας, επικαλούμαστε όμως την βοήθειά του, να μας βοηθήσει να διαλυθούν οι όποιες αμφιβολίες μέσα μας και ο αγώνας του διαβόλου να πέσει στο κενό.
Το να είμαστε πιστοί σημαίνει, να είμαστε μετέωροι, αβοήθητοι, αδύναμοι, άδειοι, αποπροσανατολισμένοι άνθρωποι…
Απλώνουμε τα χέρια να πιάσουμε Αυτόν που πιστεύουμε και οι παλάμες μας κροτούν άδειες καθώς κλείνουν, ανοίγουμε τα μάτια μέχρι να πονέσουν κι όμως δεν βλέπουμε πουθενά Αυτόν που λαχταράμε, νιώθουμε φόβο και τρόμο και δεν ξέρουμε που να καταφύγουμε, αφού αυτός ο φόβος ξεκινάει από μέσα μας, κραυγάζουμε μέχρι λιποθυμίας και απάντηση καμιά…
Τι τραγικό! Εκεί που ψάχνουμε τη χαρά, μας βρίσκει θλίψη, εκεί που πιστεύουμε ότι θα ξεκουραστούμε, φορτωνόμαστε και συνεχίζουμε την πορεία, εκεί που νομίζαμε ότι θα χορτάσουμε, η τροφή τραβιέται από μπροστά μας…
Έχουμε ένα βιβλίο στα χέρια σπάζοντας το κεφάλι μας διαβάζοντας το, διότι προσπαθούμε μέσα από τις λέξεις του, να δούμε τα αόρατα, να καταλάβουμε τα ασύλληπτα, να επιλύσουμε τα άλυτα…
Και μέσα στη θλίψη μας, κατά την εξοντωτική πορεία μας προσπαθούμε να αναπαυτούμε λίγο στη σκιά ενός λιγνού, παράδοξου δέντρου, στη σκιά ενός σταυρού και εκεί ανοίγουμε κουβέντα με τον Σταυρωμένο.
Κι εσύ εδώ, Κύριε;
Κι εσύ μοιράζεσαι την απελπισία μου;
Κι εσύ πονάς και κραυγάζεις;
Κι αν ακόμα δεν μπορείς κάτι άλλο να κάνεις για μένα, και μόνο που με ακούς, και μόνο που ξέρω ότι τραβάς τα ίδια και χειρότερα από μένα, μου είναι αρκετό, επειδή βρήκα εσένα, ισόψυχε μου…
Και μάλλον αρχίζω να πιστεύω ότι τελικά είσαι μεγαλύτερος από όλα αυτά τα δεινά που αντιμετωπίζω…
Σεβασμιώτατε, Εσείς ο πρώτος της τοπικής μας Εκκλησίας, ο ευρισκόμενος εις τόπον και εις τύπον Χριστού, τείνετε ικετευτικά στον Ουρανό τα αρχιερατικά σας χέρια και ζητήστε από τον Πρώτο και Μεγάλο Αρχιερέα Ιησού Χριστό να καταπέμψει εκ του ουρανού «ως δρόσον ουρανόθεν» δύναμη να ανανεώσουμε την Πίστη μας.
Την Πίστη αυτή η οποία θα μας οδηγήσει στην ουράνια αγαλλίαση, στον ποθητό Παράδεισο, στην αγκαλιά του πλάστου και Θεού μας.